- προπαγάνδα
- Βάση της π. είναι ένας ιδιαίτερος τρόπος επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων, με τον οποίο ο προπαγανδιστής μεταδίδει στο κοινό μια πληροφορία με περισσότερο ή λιγότερο υποβλητική αξία. Οι τόσο γενικοί όμως αυτοί όροι δεν εξηγούν την αποτελεσματικότητα του προπαγανδιστικού μηνύματος. Πραγματικά, δεν αρκεί να μεταδοθεί μία πληροφορία, κάποτε ακόμα και έξω από τους συνηθισμένους τρόπους μεταβίβασης, όπως συμβαίνει σε μερικές μορφές υποσυνείδητης π. (αντίληψη, μεταψυχική), για να τη δεχθεί ευνοϊκά το κοινό. Η π., αντίθετα, ασκεί βαθιά εντύπωση στο κοινό, διότι αλλάζει τη στάση του, περισσότερο από όσο αλλάζει τις αντιλήψεις του, και αυτό επειδή ικανοποιεί τις ανάγκες του, ακόμα και όταν αυτές δεν του είναι στην αρχή συνειδητές. Οι ανάγκες αυτές δεν είναι, κατά κανόνα, εκείνες που αναφέρονται στο ειδικό προπαγανδιστικό μήνυμα, αλλά έχουν βαθιές ρίζες μέσα στην προσωπικότητα· για παράδειγμα, η ανάγκη της ασφάλειας, του να μη νιώθει κανείς τον εαυτό του απομονωμένο ή αγνοημένο, να μην υποφέρει από το άγχος της αποφασιστικότητας. Με τον τρόπο αυτό το κοινό γίνεται σύμμαχος του προπαγανδιστή και δέχεται από αυτόν, με ασυνείδητη ανακούφιση, το μήνυμά του. Το να αποδίδεται το αποτέλεσμα της π. σε έναν απλό μηχανισμό υποβολής, παθητικής αποδοχής από το κοινό, είναι αληθινό μόνο μέχρι ένα βαθμό, γιατί οι συμπεριφορές που επηρεάζονται από την υποβολή είναι, στην καλύτερη περίπτωση, άμεσες, αλλά φθείρονται από τον χρόνο και μεταβάλλουν την εξωτερική συμπεριφορά, όχι όμως και τις αντιλήψεις, ενώ τα αποτελέσματα της π. έρχονται αργότερα, αλλά είναι σχετικά διαρκή.
Η αποτελεσματικότητα της π. καθορίζεται από την ικανότητα των προπαγανδιστών και από την οργάνωσή τους, που μερικές φορές απαιτεί ανώτερα οικονομικά και τεχνικά μέσα, και χρησιμοποιεί περίπλοκες και επιστημονικά οργανωμένες μεθόδους, προσπαθώντας να αποφύγει π.χ. την πιθανότητα αποτελεσμάτων αντίθετων από εκείνα που επιδιώκονται (φαινόμενο μπούμερανγκ).
Το περιεχόμενο του προπαγανδιστικού μηνύματος μπορεί να είναι ποικίλο, ανάλογα με τη στάση και τη συμπεριφορά που θέλει να επιτύχει· και αυτό, μεταξύ των άλλων, κάνει πολύ ασαφή τα όρια μεταξύ ιδεολογικής π. και εμπορικής διαφήμισης. Η τελευταία, που φαίνεται λιγότερο ευγενής στα μάτια του κοινού, παρουσιάζεται συχνά, περισσότερο ή λιγότερο δικαιολογημένα, ως ιδεολογική π., για παράδειγμα, όταν συνδέει τη χρήση ενός προϊόντος με ανώτερες ηθικές αρχές.
Οι περίπλοκες σύγχρονες τεχνικές μέθοδοι απαιτούν τη συνεργασία πολλών αρμοδιοτήτων και διαφόρων επιστημών, μεταξύ των οποίων είναι η ψυχολογία, που προσφέρει τα καταλληλότερα μέσα για την αποτελεσματικότητα της π. και για την εκτίμηση των αποτελεσμάτων της στην κοινωνία.
Προπαγανδιστική αφίσα της παλαιστινιακής οργάνωσης Χαμάς (φωτ. ΑΠΕ).
Αφίσα κυβερνητικής προπαγάνδας στη Κίνα (φωτ. ΑΠΕ).
Πρόπλισμα της επέκτασης του Μουσείου Πράντο στη Μαδρίτη (φωτ. ΑΠΕ).
* * *η, Ν1. η διασπορά πληροφοριών, επιχειρημάτων, φημών, με σκοπό τον επηρεασμό τής κοινής γνώμης και τη διαμόρφωση της προς ορισμένες κατευθύνσεις, με τον ιδιαίτερο τονισμό μόνο τών θετικών σημείων μιας θέσης και τών αρνητικών μιας άλλης2. συστηματική προσπάθεια πειθούς και διάδοσης ιδεών, αρχών και αντιλήψεων ενός ατόμου ή ενός συνόλου με επιδίωξη την επικράτησή τους ή την επίτευξη ορισμένων άλλων στόχων («στο εξωτερικό ορισμένοι άσπονδοι φίλοι μας διεξάγουν έντονη ανθελληνική προπαγάνδα»)3. (σχετικά με προϊόντα) προσπάθεια διάδοσης, διαφήμιση4. φρ. «Προπαγάνδα πίστεως» — όργανο τής Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, από το 1559, για την προώθηση της Ουνίας, τής πολιτικής τού παπικού θρόνου στις ορθόδοξες κυρίως χώρες.[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. φρ. Congregatio de propaganda fidei «σύνοδος για τη διάδοση τής πίστης» (< propago «αυξάνω, επεκτείνω» + fides, -ei «πίστη»), σύνοδος που συγκλήθηκε από τον πάπα Γρηγόριο ΙΕ με σκοπό την οργάνωση τής ιεραποστολικής δραστηριότητας τής Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας].
Dictionary of Greek. 2013.